μετάνεφρος

μετάνεφρος
ο
1. ανατ. ο τελικός νεφρικός σχηματισμός τών αμνιωτών σπονδυλωτών, μεταξύ αυτών και τού ανθρώπου, που εξυπηρετείται από τον δευτερογενή ουρητήρα
2. βιολ. ο τελικός νεφρός τών ερπετών, τών πτηνών και τών θηλαστικών που αναπτύσσεται από το κατώτερο τμήμα τού αγωγού τού Βολφ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”